Το κόστος στέγασης εξαθλιώνει τους Έλληνες
Η στέγαση αποτελεί ένα δυσβάσταχτο ζήτημα για πάνω από το 1/3 των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Ένας στους τρεις κατοίκους δίνει πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος για την κάλυψη των αναγκών στέγασης σε αστικά κέντρα και ένας στους πέντε που ζουν σε αγροτικές περιοχές σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Το 32,4%, έναντι 10,4% στην Ευρώπη, του αστικού πληθυσμού της Ελλάδος, ζούσε το 2021 σε νοικοκυριά τα οποία ήταν υποχρεωμένα να καλύψουν τα έξοδα που σχετίζονται με το ακίνητο στο οποίο μένουν (ενοίκιο, λογαριασμούς ΔΕΚΟ, δόση στεγαστικού δανείου).
Τις υψηλότερες δαπάνες στέγασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πληρώνουν οι Έλληνες, μια θλιβερή πρωτιά η οποία εξαφανίζει το εισόδημά τους. Το υψηλό κόστος στέγασης σε σχέση με το εισόδημα αντανακλάται σε αντίστοιχα υψηλές καθυστερήσεις στις πληρωμές των στεγαστικών δανείων, ενοικίων, ή άλλων λογαριασμών. Αυτό που κάνει όμως ακόμη χειρότερη την κατάσταση στην ελληνική οικονομία είναι το γεγονός ότι ναι μεν τα ενοίκια έχουν αυξηθεί σημαντικά, αλλά το ίδιο έχει συμβεί και με τους λογαριασμούς ρεύματος.
Σε δεινή θέση οι ενοικιαστές στην Ελλάδα διότι το 74,2% δαπάνα άνω του 40% του εισοδήματος για την κατοικία του. Μεταξύ των ιδιοκτητών που εξυπηρετούν δόση στεγαστικού δανείου, το σχετικό ποσοστό του πληθυσμού αγγίζει το 18,5% και η διαφορά που παρατηρείται μεταξύ όσων νοικιάζουν και όσων εξυπηρετούν στεγαστικό δάνειο, έγκειται στο ότι οι δανειολήπτες έχουν υψηλότερο εισόδημα σε σχέση με όσους διαμένουν σε ενοίκιο.
Ασφαλώς η οικονομική δυσπραγία για πολλά νοικοκυριά, μεταφράζεται και σε αντίστοιχες καθυστερήσεις στην αποπληρωμή οφειλών.
Το κόστος στέγασης από τα ενοίκια, τις δόσεις των στεγαστικών δανείων και το ηλεκτρικό ρεύμα μέχρι την θέρμανση και τα κοινόχρηστα, ακριβαίνουν ημέρα με την ημέρα στην χωρά μας, ενώ την ίδια ώρα σε κυνήγι θησαυρού έχει μετατραπεί η μίσθωση ενός οικονομικά προσιτού σπιτιού.
Η πρόσβαση στην ενοικιαζόμενη κατοικία για μεγάλα τμήματα του μόνιμου πληθυσμού, γίνεται ολοένα δυσκολότερη, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και στις υψηλής τουριστικής ζήτησης περιοχές, καθώς το απόθεμα συρρικνώνεται λόγω των βραχυχρόνιων μισθώσεων, της συγκέντρωσης σημαντικού αριθμού ακινήτων σε Funds, της αυξημένης ζήτησης και των υπερβολικών απαιτήσεων μερίδας ιδιοκτητών.
H ραγδαία αύξηση του κόστους στέγασης, απασχολεί πλέον όχι μόνον τις ευάλωτες οικονομικά ομάδες, αλλά και ένα μεγάλο τμήμα του συνόλου των πολιτών. Σχεδόν οκτώ στους δέκα ενοικιαστές κάνουν περικοπές ή λαμβάνουν οικονομική βοήθεια από τρίτους για να καλύψουν άλλες υποχρεώσεις. Στην Ελλάδα οι τιμές από το 2018 άρχισαν να αυξάνονται, το 2019 αυξήθηκαν κατά 7, 2% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος ενώ η αυξητική τάση συνεχίστηκε παρά την πανδημία σε 5, 6% το 2020 και 6% το 2021 σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Η ανάδειξη των μεγάλων αστικών κέντρων σε τουριστικούς προορισμούς, επέτεινε το πρόβλημα αφού προσέλκυσε διεθνείς επενδυτές στην αγορά κατοικίας. Η Ελλάδα έχει ανάγκη τις ξένες επενδύσεις, επειδή το παραγωγικό μοντέλο της χωράς βασίζεται στον τουρισμό. Η κυβέρνηση όμως, χωρίς δεσμεύσεις, διευκολύνει την είσοδο ξένων μεγάλων επενδυτών στην αγορά κατοικίας είτε απευθείας, είτε ως αγοραστές μη εξυπηρετούμενων δανείων και υποθηκευμένων κατοικιών.
Η νομοθεσία στοχεύει περισσότερο στην άντληση φορολογικών εσόδων παρά στην προστασία των εγχώριων ενοικιαστών, με αποτέλεσμα το κόστος της στέγασης για πολλά νοικοκυριά να γίνεται δυσβάσταχτο και σε αυτό συμβάλλει το εξαιρετικά χαμηλό μερίδιο της κοινωνικής κατοικίας. Η κυβέρνηση οφείλει να θέσει ως στόχο ένα σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, το οποίο θα προβλέπει δράσεις και επεκτάσεις της κοινωνικής κατοικίας.
Οι δράσεις αυτές θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα αφού θα στοχεύουν στην παροχή κατοικίας στον άστεγο πληθυσμό των δύο μεγάλων κυρίως αστικών κέντρων, Αθήνας και Θεσσαλονίκης.
Η μεγάλη επιβάρυνση των Ελλήνων για δαπάνες κατοικίας είναι προορισμένη να αυξηθεί και άλλο, λόγω των πληθωριστικών πιέσεων και απειλεί να κάνει την οικονομική κατάσταση των φτωχών νοικοκυριών ακόμη δυσκολότερη.
Λύσεις για την στέγαση χιλιάδων νέων που αδυνατούν να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια, λόγω του υψηλού κόστους, αναζητά η κυβέρνηση σε μια εξαιρετικά κρίσιμη για την χωρά συγκυρία. Τα απλησίαστα ενοίκια σε συνδυασμό με «δυσθεώρητα» επιτόκια δανεισμού, λόγω των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δημιουργούν ένα εκρηκτικό πρόβλημα που απαιτεί άμεση λύση.
Ο πρωθυπουργός εξήγγειλε στη ΔΕΘ, δέσμη μέτρων που θα ανακουφίσουν τους οικονομικά ασθενέστερους και τους νέους. Η κυβέρνηση προχωρά σε ένα ευρύ στεγαστικό πρόγραμμα ύψους 1,8 δισ ευρώ εστιασμένο στους νέους και στα νέα ζευγάρια 25 έως 39 ετών αλλά και στους άνεργους αναφορικά με την πρώτη κατοικία. Θα προβλέπει την χορήγηση άτοκων δανείων με την αγορά ή την επισκευή πρώτης κατοικίας και την επιδότηση ενοικίου σε ευρύτερες ομάδες πολιτών.
Το υψηλό κόστος διαβίωσης και οι χαμηλοί μισθοί είναι οι λόγοι για τους οποίους ακόμη και οι 35αρηδες αναγκάζονται να μείνουν στο σπίτι των γονιών τους. Η χώρα μας βρίσκεται στην κορυφή της Ευρώπης σε ότι αφορά στο ποσοστό νέων ηλικίας 25-34 ετών που συνεχίζουν να παραμένουν με την οικογένεια τους. Η παραμονή στο παιδικό δωμάτιο έχει ως αποτέλεσμα οι νέοι να μην μπορούν να ανεξαρτητοποιηθούν και στην ουσία να μένουν εγκλωβισμένοι και να χάνουν την κοινωνική αυτοπεποίθηση τους.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι θα δώσει απάντηση στο μείζον αυτό πρόβλημα μέσω προγραμμάτων που θα γίνουν πραγματικότητα το επόμενο διάστημα και θα αλλάξουν τα δεδομένα. Απέχουν όμως παρασάγγας, από την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών για στέγαση νέων ζευγαριών και φοιτητών, οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για χορήγηση στεγαστικών δανείων, επιδότηση ενοικίων και ανακαίνιση παλαιών κατοικιών.
Πραγματική στόχευση όμως της κυβέρνησης φαίνεται να είναι τα κέρδη για τράπεζες, για μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους όπως και οι επενδυτές της «πράσινης ανάπτυξης» που θα καρπωθούν εκατομμύρια ευρώ και θα βάλουν χέρι σε κρατικά ακίνητα και φιλέτα προς εμπορική εκμετάλλευση.
Οι έξι στόχοι της στεγαστικής πολιτικής και η χορήγηση χαμηλότοκων στεγαστικών δανείων σε 10.000 νέους ηλικίας 25-39 ετών, θα οδηγήσει πολλά νέα ζευγάρια στα δίχτυα των τραπεζών και της υπερχρέωσης, θα αναγκαστούν οι νέοι και οι νέες να έρθουν αντιμέτωποι σήμερα με το διαρκώς αυξανόμενο κύμα ακρίβειας, την ενεργειακή φτώχεια αλλά και την εργασιακή ανασφάλεια.
Η παράδοση των νέων φοιτητικών εστιών σε ιδιώτες-αρπακτικά, μέσω του ΣΔΙΤ, σημαίνει ενοίκια στις εστίες, ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση των υπηρεσιών σε σίτιση, συντήρηση και καθαριότητα και αυτό σημαίνει τέλος στον τίτλο «δωρεάν φοιτητική στέγη».
Η στέγαση είναι ανθρώπινο δικαίωμα και η μη διασφάλιση της είναι άδικη και αναξιόπιστη για μια πολιτισμένη χώρα. Χρέος και καθήκον της πολιτείας είναι να δημιουργηθούν οι συνθήκες για πρόσβαση σε αξιοπρεπή και προσιτή στέγη. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων χρόνων, επιβαρύνουν τη μεσαία τάξη αλλά και τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Περισσότερο έπληξαν δυσανάλογα αυτούς που βρίσκονταν στο ξεκίνημα της ζωής τους, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι να αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό.
Την επόμενη μέρα η Ελλήνων Πολιτεία θα δώσει στη νέα γενιά τα απαραίτητα εφόδια για να ξεκινήσει την ζωή της, θα αρθούν όλα τα εμπόδια που δυσκολεύουν τα πρώτα τους βήματα σε ένα περιβάλλον συνεχόμενων κρίσεων, με το δημογραφικό να εξελίσσεται σε μια βόμβα για την χωρά μας.
Η πολιτεία οφείλει να ενισχύσει σε πολλαπλά επίπεδα τις πολιτικές για τις νεότερες γενιές ιδιαίτερα όσον αφορά στην δημιουργία πολλών θέσεων εργασίας, φορολογικές ελαφρύνσεις, βελτίωση των όρων της ζωής τους και μια πραγματική πολιτική ένωση ισότητας, αλληλεγγύης και ίσων επιλογών για όλους, σε ένα ασφαλές περιβάλλον όπου θα μπορέσουν να κάνουν πράξη τα όνειρα τους.
Οι νέοι θα νιώσουν επιτέλους πως έχουν φωνή μέσα στη ελληνική πολιτική σκηνή όταν γίνουν ενεργοί πολίτες σε μια δίκαιη πολιτεία, την Ελλήνων Πολιτεία, όπου δεν μπορεί να φτιαχτεί από κανένα κομματικό μηχανισμό παρά μόνο από τους πολίτες.
Οι πολίτες άνθρωποι είναι αυτοί που μπορούν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για ένα υγιές περιβάλλον όπου το κόστος στέγασης θα είναι εξασφαλισμένο.
Από πολίτες έχει ξεκινήσει και η δόμηση της επόμενης μέρας και τα πρώτα βήματα για να ζήσουμε την Ελλήνων Πολιτεία. Οι προγραμματικές δηλώσεις είναι το πρώτο δείγμα της Ελλήνων Πολιτείας όπου όλοι θα βιώσουμε αφού πρώτα επιλέξουμε ότι με αυτές τις συνθήκες θα έχουμε ένα υγιές περιβάλλον για εμάς και τις μελλοντικές γενιές.